Το ουρλιαχτό της χώρας μας

   Η φρίκη του πολέμου εμφωλεύει στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια ιστορία από καταβολής κόσμου. Σήμερα, παραμένει έργο σισύφειο ακόμη και η παρακολούθηση των εξελίξεων σε καθημερινή βάση. Η πανδημία έχει εξ αρχής λάβει χαρακτηριστικά πολέμου και μέχρι σήμερα το μέτωπο κοχλάζει. Ο πόλεμος στην Ουκρανία χαρακτηρίζεται από ειδικούς ως οιονεί εναρκτήριο επεισόδιο ενός παγκοσμίου πολέμου ήδη από προηγούμενα χρόνια εν εξελίξει, ο οποίος προκαλεί τον ριζικό και δομικό μετασχηματισμό των διεθνών σχέσεων αλλά και των πεδίων αντιπαράθεσης και διαφοροποίησης των πολιτικών δυνάμεων στο εσωτερικό των υπό ευρεία έννοια εμπλεκόμενων χωρών. Ο κόσμος φαίνεται να πορεύεται από μία έκτακτη συνθήκη στην επόμενη χωρίς η ιστορική πείρα και οι παγκόσμιοι κίνδυνοι να επηρεάζουν τις αποφάσεις που λαμβάνονται από ηγέτες, κράτη, οργανισμούς. Έχουμε προ πολλού εισέλθει στην εποχή των πολύμορφων ανταγωνισμών ισχύος για τους δρόμους του εμπορίου, τα πολύτιμα μέταλλα και ορυκτά καύσιμα, την κυριαρχία ακόμη και στο Διάστημα και άπαντα τα μέτωπα μαίνονται, ενώ προς το παρόν οι «πόλεμοι για το νερό» έχουν αναβληθεί για το μέλλον. Ιδίως η χώρα μας, αφ’ ενός λόγω της γεωγραφίας (κατ’ εξοχήν πύλη προσφυγικών-μεταναστευτικών ροών και εντός της ευρύτερης ζώνης ανάφλεξης της Ανατολικής Μεσογείου) και αφ’ ετέρου λόγω της Τουρκίας, έχει ως μόνες επιλογές τη διαρκή επαγρύπνηση και τη χάραξη νέων στρατηγικών αντιμετώπισης των κινδύνων. 

   Τα μεγάλα παγκόσμια ζητήματα σε κάθε χώρα λαμβάνουν διαφορετικές διαστάσεις και, παρά το ευρύ πλαίσιο των εξελίξεων, οι εσωτερικές υποθέσεις συχνά παραμένουν εξίσου ανησυχητικές. Στα καθ’ ημάς τεκταινόμενα, η μία μαύρη σελίδα διαδέχεται την επόμενη χωρίς να μεσολαβεί ούτε μία γκρίζα – οι κάτωθι αναφορές στην πραγματικότητα και στην επικαιρότητα είναι μόνο ενδεικτικές. Στο μέτωπο της πανδημίας συνεχίζεται το υψηλό ποσοστό θανάτων από την Covid-19, αλλά σταδιακά αίρονται σχεδόν όλα τα σχετικά μέτρα λόγω έναρξης της τουριστικής περιόδου και συνεχίζεται το θέατρο του παραλογισμού με τους ανεμβολίαστους υγειονομικούς – η κυβέρνηση αρνείται να μάθει από τα ίδια τα λάθη της. Ως προς τον πόλεμο στην Ουκρανία, εκτός της τουλάχιστον αμφιλεγόμενης αποστολής όπλων για την οποία γίνεται λόγος, το «πέρασμα» του προέδρου αυτής από το ελληνικό Κοινοβούλιο στιγματίστηκε από το ανεπανόρθωτο ολίσθημα, επιεικώς χαρακτηριζομένου τοιουτοτρόπως, του βήματος σε νεοναζί. Όποια κριτική κι αν μεσολαβήσει, δεν θα είναι αρκετή για να περιγράψει το μέγεθος της ουσιαστικής βλάβης στη δημοκρατία από την ομιλία εκπροσώπων του Τάγματος Αζόφ στην ελληνική Βουλή. 

   Ως προς την κοινωνική πραγματικότητα, το κόστος διαβίωσης έχει αυξηθεί σ’ εξωπραγματικά επίπεδα και τα νοικοκυριά ασφυκτιούν από τους λογαριασμούς ενέργειας, τις ανατιμήσεις σε βασικά αγαθά και τρόφιμα και τη νέα διαδοχική οικονομική κρίση. Το βιοτικό επίπεδο βρίσκεται σ’ ελεύθερη πτώση κι η ισχνή αύξηση του κατώτατου μισθού δεν προσεγγίζει ούτε την ελάχιστη αναγκαία «ανάσα» για τους εργαζόμενους. Όσον αφορά δε στους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, τα πρώτα χρήματα των οποίων πρόκειται ν’ αρχίσουν να εισρέουν άμεσα στο κράτος, ήδη υπάρχουν σχετικές υποψίες για σχέδιο κατανομής των σχετικών πόρων σε ολίγους. Παράλληλα, σοβαρά ζητήματα που σχετίζονται με τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη λαμβάνουν ελάχιστη προσοχή. Εσχάτως, έχουν αποκαλυφθεί στη δημοσιότητα δύο περιπτώσεις παρακολούθησης δημοσιογράφων από την ΕΥΠ, η τελευταία του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη και το Νοέμβριο του 2021 του δημοσιογράφου Σταύρου Μαλιχούδη, για τις οποίες ωστόσο δεν έχει δοθεί επίσημη απάντηση για το λόγο διενέργειάς τους μέχρι τη στιγμή που γράφεται το παρόν. Αναφορικά δε με το σκάνδαλο της Novartis, οι πρόσφατες αποκαλύψεις του δημοσιογράφου Κώστα Βαξεβάνη για τις συνομιλίες του με πρώην προστατευόμενο μάρτυρα της υπόθεσης σχετικά με την εμπλοκή πολιτικών προσώπων και όχι μόνο, σύμφωνα με έγκριτους νομικούς τείνουν προς την ανάσυρση της δικογραφίας από το αρχείο και την εκ νέου εξέταση των υποθέσεων. 

   Πάρα ταύτα, τα περισσότερα ελληνικά ΜΜΕ ουδόλως ασχολούνται με τα ανωτέρω. Η κάλυψη του πολέμου στην Ουκρανία από τα περισσότερα κανάλια παρέμεινε στο γενικό χαμηλό επίπεδο της προσφερόμενης ενημέρωσης και μόνο το Open ξεχώρισε προκαλώντας και τις ανάλογες αντιδράσεις στα τηλεοπτικά λόμπι. Για την πανδημία προβάλλονται όσα συμβαίνουν στη Σαγκάη, αλλά για τα ελληνικά ευτράπελα απόλυτη σιωπή. Κατά το πρόσφατο χρονικό διάστημα, η πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης αρκέστηκε στην υπερπροβολή του εγκλήματος της παιδοκτονίας στην Πάτρα αποσιωπώντας τα υπόλοιπα θέματα της επικαιρότητας. Αμέτρητες λεπτομέρειες για μια υπόθεση που μόλις ξεκίνησε να ερευνάται, ακόμη μία παρέλαση δήθεν ειδικών από τα τηλεοπτικά παράθυρα για να ξεστομίζουν ανοησίες και να τροφοδοτούν τα χειρότερα ένστικτα της ανθρωποφαγίας στην κοινωνία, καμία σοβαρή και ψύχραιμη ενασχόληση με το ζήτημα ικανή να καλλιεργήσει το δέον ενδιαφέρον στον κάθε πολίτη για την υπόθεση. Ιδίως δε η ελληνική τηλεόραση, πιστή στο μοντέλο προσφοράς ευτελούς ποιότητας και κατωτάτου επιπέδου ενημέρωσης, ακόμη μία φορά ετέθη στην υπηρεσία της μαζικής αποχαύνωσης του κοινού και του αποπροσανατολισμού από τα φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα και τη λοιπή επικαιρότητα, λειτουργώντας ως μοχλός αποσιώπησης της πραγματικότητας και αποδεικνύοντας ότι παραμένει το επικοινωνιακό κρηπίδωμα της κυβερνητικής προπαγάνδας. Δεν προκαλεί καμία απορία στο νουνεχή πολίτη αυτής της χώρας το γεγονός ότι τα προγράμματα τηλεοπτικής αποβλάκωσης έχουν εκτοπίσει τις πολιτικές εκπομπές του παρελθόντος – άλλωστε, η μη ενασχόληση με την πολιτική στην τηλεόραση είναι παροχή υπηρεσίας στο σύστημα. Απορίας ανάξιο επίσης είναι το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται στις χαμηλότερες θέσεις στη λίστα με τις χώρες που υπερασπίζονται την ελευθερία του Τύπου. 

   Το συμπέρασμα από τη στοιχειώδη επισκόπηση της πραγματικότητας και της επικαιρότητας μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: στο πλαίσιο των σημαντικών παγκόσμιων ζητημάτων η ελληνική κυβέρνηση έχει κατορθώσει, από την ανάληψη της διακυβέρνησης μέχρι σήμερα, να μη θίγει σχεδόν κανένας στο δημόσιο λόγο την προχειρότητα και την τρομακτική αδιαφορία για τη δημοκρατία, οι οποίες κρύβονται σχεδόν σε κάθε απόφασή της, κι αυτό είναι το ουσιαστικότερο επίτευγμα που έχει να επιδείξει. Για οποιοδήποτε λάθος, οποιοδήποτε φιάσκο, για κάθε παταγώδη αποτυχία, για όλες τις κοινωνικά βλαπτικές αποφάσεις, για κάθε εσφαλμένη τοποθέτηση, καμία ανάληψη ευθύνης, καμία σοβαρή πολιτική συγχώρεση, κανένα μέτρο ανατροπής των επιπτώσεων από τα παραπάνω ουδέποτε έχουν λάβει χώρα. Αντιθέτως, η αποσιώπηση, ο εργαλειακός χειρισμός της πραγματικότητας και οι επικοινωνιακοί τακτικισμοί αντικαθιστούν τη δέουσα κυβερνητική σοβαρότητα. Η εν λόγω κατάσταση χαρακτηρίζει τη σημερινή αλλά και αρκετές προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις. Δεν σχετίζεται με τα πολιτικά κόμματα μόνο, αλλά συνιστά εγγενές, τρόπον τινά, χαρακτηριστικό του συστήματος διακυβέρνησης στη χώρα μας από ιδρύσεως του κράτους. 

   Η κατάφορτη από τις επιπτώσεις της ανωτέρω διακυβέρνησης ελληνική κοινωνία έχει μεν αποδείξει, βάσει της νεότερης πολιτικής ιστορίας, ότι αντέχει ανίκανες ή ανεπαρκείς κυβερνήσεις υπερψηφίζοντας ανάλογα πολιτικά κόμματα. Πλην, όμως, στην εποχή των social media, των θεμελιακών αλλαγών που πυροδοτούν οι έκτακτες συνθήκες (πανδημία, πόλεμος), της οικονομικής κρίσης και της επαπειλούμενης επισιτιστικής κρίσης, ο κυβερνητικός αβδηριτισμός, η συστημική προπαγάνδα-χειραγώγηση της κοινής γνώμης, η επικοινωνιακή διαβουκόληση και η χωλή δημοκρατική λειτουργία των θεσμών δεν μπορούν να γίνουν ανεκτές ως συνθήκες διακυβέρνησης από τους πολίτες για πολύ καιρό. Ακόμη και τα συστημικά υπομόχλια των καναλιών δεν αρκούν για να καλύψουν πρωθυπουργικά ολισθήματα ολκής, όπως για παράδειγμα η δικαιολόγηση της ανεργίας λόγω έλλειψης δεξιοτήτων των ανέργων ή ο χαρακτηρισμός της νόσησης από Covid-19 ως «δεν είναι τίποτα» κατάστασης. 

   Ο κόσμος σείεται από εξελίξεις που ξεπερνούν τα εθνικά σύνορα και διαμορφώνουν απαιτητικές συνθήκες διακυβέρνησης. Τα ζητήματα που η ίδια η πραγματικότητα θέτει και οι αυξανόμενοι κίνδυνοι από τον παγκόσμιο γεωπολιτικό ανταγωνισμό απαιτούν σοβαρές εθνικές κυβερνήσεις με πολιτικές δυνατότητες υψηλής απόδοσης κι εντατικής παραγωγής έργου. Η χώρα μας δεν έχει ανάγκη το σύστημα που την ποδηγέτησε στη χρεοκοπία ούτε κάθε λογής δήθεν εναλλακτικές λύσεις. Οι παθογένειες της ελληνικής δημοκρατίας, τα πολλαπλά ελλείμματα, η δυσλειτουργία των θεσμών, οι συνθήκες διαβίωσης των πολιτών απαιτούν αφ’ ενός σοβαρές πολιτικές δυνάμεις κι αφ’ ετέρου πολίτες σ’ εγρήγορση για την επίδειξη δημοκρατικών ανακλαστικών. Στην Ελλάδα η πραγματικότητα, η καθημερινότητα και η επικαιρότητα ουρλιάζουν για αλλαγή. 


Ο Γεώργιος – Φοίβος Ξενάκης είναι δικηγόρος

To Newsletter του Propago

Λάβετε την ανάλυση της ημέρας στο email σας