Κοινωνική ανοσία και εξέγερση

   Ως προς την ανοσία έναντι του πανδημικού ιού, ο δρόμος παραμένει μακρύς. Απεναντίας, ο κοινωνικός μιθριδατισμός ως προς την οικονομική, πολιτική, υγειονομική κρίση και την κρίση της παγκοσμιοποίησης διανύει τη δυνητικά εμφανέστερη και εντονότερη στιγμή της εδραίωσής του. Οι πολίτες της χώρας μας αντιμετωπίζουν σταθερά κατά τη τελευταία δεκαετία καταστάσεις που συνιστούν οιονεί επιθέσεις σε βάρος της συλλογικής και ατομικής ζωής (κρίσεις, καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, εθνικές τραγωδίες, εξάρσεις κοινωνικών-οικονομικών-πολιτικών προβλημάτων, το θάνατο ως βασικό αριθμητικό δεδομένο της καθημερινότητας συνεπεία της πανδημίας). Πρόκειται για σταδιακή εξοικείωση με την παθητική υποδοχή και αποδοχή βιωμάτων και εμπειριών που ποδηγετούν σε σχεδόν «οντολογική» ανοσία. Οι πολίτες έχουν βιώσει τόσης έντασης, πυκνότητας και βαρύτητας γεγονότα, που αφορούν στον οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό τους βίο, ώστε να αισθάνονται ως συνώνυμη και αυτονόητη με την ύπαρξή τους κάθε κρίση και τις επιπτώσεις αυτής.

   Ίσως, το εν λόγω φαινόμενο συνδέεται και με την πανδημία, η οποία τρόπον τινά τρέφει τις συντηρητικές τάσεις της κοινωνίας. Ζητούμενα για τους περισσότερους πολίτες φαίνεται να είναι η σταθερότητα και η κανονικότητα, δηλαδή τα γρανάζια του συντηρητισμού, ο οποίος στην επιεική εκδοχή του συνεπάγεται απουσία ρηξικέλευθων σκέψεων και μηδενική αντίσταση στα αρνητικά πολιτικοκοινωνικά  τεκταινόμενα. Οι περισσότεροι άνθρωποι φαίνεται να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις των κυβερνήσεων και να προσαρμόζουν τη ζωή τους κατ’ ανάλογο τρόπο σε περιόδους κρίσεων. Εντούτοις, η θετική ανταπόκριση δεν ταυτίζεται με την κοινωνική συναίνεση, αλλά δυνητικά εκπηγάζει από ανοχή απέναντι σε καταστάσεις που οι πολίτες αισθάνονται ότι δε μπορούν ν’ αλλάξουν. Εάν τα παραπάνω ευσταθούν και συνδυαστούν αφ’ ενός με την αποϊδεολογικοποίηση του σημερινού βίου των ανθρώπων, καθ’ ότι ζούμε σε καιρούς τεκτονικών αλλαγών και οι παλιές αξίες υποχωρούν χωρίς να αντικαθίστανται από δοκιμασμένες και χαρτογραφημένες ιδέες, κι αφ’ ετέρου με την άνευ όρων υποταγή ορισμένων κυβερνήσεων στους παρακμιακούς νόμους του νεοφιλελευθερισμού, τότε μπορεί να γίνει κατανοητή η κοινωνική ανοσία απέναντι στις πολυεπίπεδες κρίσεις που βιώνουν οι πολίτες. 

   Η πραγματευόμενη ανοσία των πολιτών απέναντι στα εκάστοτε αλλά και διαχρονικά κακώς κείμενα, ανεξαρτήτως της προσωπικής ευθύνης καθ’ ενός και σ’ αντίθεση με τη συστημική προπαγάνδα, καλλιεργείται, χειραγωγείται και εδραιώνεται από αμάλγαμα πολιτικών αιτιών, οικονομικών συμφερόντων, δυσλειτουργικών ή διεφθαρμένων θεσμών και συνοπτικά από τη μονίμως παρακμάζουσα δημοκρατία. Χρειάζονται λογικά άλματα για να διαφωνήσει κάποιος με τη θέση, κατά την οποία τα κόμματα επιδίδονται διαχρονικά σ’ επιφανειακό πόλεμο για τη διαχείριση της εξουσίας έχοντας εξοβελίσει οιοδήποτε ενδιαφέρον για την άσκηση ουσιαστικής πολιτικής. Το κράτος προάγει τα συμφέροντα ολίγων και διαχρονικά οι κυβερνήσεις λειτουργούν με εξόφθαλμο τρόπο υπέρ εταιρειών, επιχειρηματιών και συγκεκριμένων λόμπι, που συνδέονται με την εκάστοτε εκλογική τους επιτυχία. Στον αντίποδα, ο μέσος άνθρωπος αυτής της χώρας δεν αισθάνεται ούτε στη φαντασία του πολίτης, διότι οι σημερινές συνθήκες ζωής καθιστούν εισόδημα πείνας κάθε βασική μορφή μισθού ή σύνταξης και στερούν κάθε δυνατότητα αξιοπρεπούς διαβίωσης από την πλειονότητα των ανθρώπων.

   Κατά παρόμοιο τρόπο, δημοκρατικοί θεσμοί με πρώτιστο καθήκον να υπερασπίζονται την αξία του ανθρώπου, όπως κατ’ εξοχήν η Δικαιοσύνη, δίνουν λαβές για την τρώση του κύρους τους και την απώλεια της εμπιστοσύνης της κοινωνίας. Εσχάτως δύο τέτοιες περιπτώσεις, ουχί οι μοναδικές, που εντέχνως τα περισσότερα συστημικά μέσα ενημέρωσης αποσιώπησαν, έχουν καταφέρει βαρύ πλήγμα στη Δικαιοσύνη. Πρώτον, ο κ. Γούλας Λάμπρος βασανίστηκε με αγριότητα και απαξιώθηκε από αστυνομικούς υπαλλήλους χωρίς υπαιτιότητά του, αλλά κατηγορήθηκε ο ίδιος για τη δήθεν διάπραξη ποινικών αδικημάτων σε βάρος αστυνομικού, ενώ δε αθωώθηκε πανηγυρικά, μέχρι την ώρα που γράφονται τούτες οι γραμμές, ουδείς έχει κατηγορηθεί για την απάνθρωπη μεταχείριση ενός πολίτη μιας ευρωπαϊκής δημοκρατικής χώρας. Δεύτερον, ο αποκαλούμενος «Ινδιάνος», συλληφθείς τον περασμένο Μάρτιο στα επεισόδια της πλατείας της Νέας Σμύρνης, παρέμεινε επί επτά μήνες προσωρινά κρατούμενος χωρίς επαρκή ενοχοποιητικά στοιχεία σε βάρος του κι ενώ είχε διαθέσει στις Αρχές οπτικοακουστικό υλικό που αποδείκνυε ότι την επίμαχη ημέρα και ώρα βρισκόταν σε διαφορετικό τόπο απ’ αυτόν του δήθεν φερόμενου ως τελεσθέντος εγκλήματος. 

   Η πανδημία, οι εθνικές τραγωδίες από πυρκαγιές, πλημμύρες, σεισμούς, οι κάθε είδους κρίσεις, κυρίως δε η διαχείρισή τους από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, έχουν οδηγήσει σε συμπεράσματα και απολογισμούς, που κανείς δε δικαιούται να αγνοεί ή ν’ αδιαφορεί. Σε δημοκρατία με ακμάζοντες ή έστω λειτουργούντες θεσμούς, επί παραδείγματι μέσω της ορθής λειτουργίας των μέσων ενημέρωσης ή της βέλτιστης απονομής της Δικαιοσύνης, οι πολίτες έχουν τη δυνατότητα να συνειδητοποιούν πότε οι κυβερνήσεις καθίστανται επικίνδυνες για το παρόν και το μέλλον της κοινωνίας επειδή αδιαφορούν επιδεικτικά για το κοινωνικό συμφέρον. Στη χώρας μας, ωστόσο, υφίσταται διαχρονικά το πέπλο της ολοκληρωτικής συμπόρευσης εκείνων που ανήκουν στους εκλεκτούς και ολίγους, στις ελίτ εν γένει, απέναντι στην πλειοψηφία των πολιτών.

   Ο άνθρωπος μαθαίνει από τα παιδικά του χρόνια ότι ως ον διαθέτει μοναδική αξία. Τί διδάσκουν οι κρίσεις, οι εθνικές συμφορές, η πανδημία, οι εξάρσεις κοινωνικών προβλημάτων και η διαχείρισή τους από τις εκάστοτε κυβερνήσεις; Μεταξύ άλλων, οι ανισότητες εμποδίζουν την ισότιμη πρόσβαση στην παραγωγικότητα, αποκλείουν μεγάλες μάζες πολιτών από τη δυνατότητα κάλυψης στοιχειωδών αναγκών και διαιωνίζουν σύγχρονες μορφές ταξικής πάλης. Διδάσκουν ότι η κοινωνία μάχεται απέναντι σε θεσμούς, συμφέροντα και πολιτικές που τη θεωρούν περιττό βάρος στην εξυπηρέτηση άλλων σκοπών. Μετά και την πανδημία είναι εντελώς οφθαλμοφανές ότι η κοινωνία μπορεί να βασίζεται πρωτίστως στις δικές της δυνάμεις, αξίες και τα δικά της ανακλαστικά. Είναι μεγάλη η πρόσφατη μικρή νίκη των εργαζομένων της e-food. Περαιτέρω, οι γυναικοκτονίες, ανεξάρτητα από τη χρονική συγκυρία και τις αιτίες  που έγιναν μέρος της κοινωνικής καθημερινότητας, αναδεικνύουν ότι η ανθρωπιά υπάρχει όπου καλλιεργείται και δεν είναι αποκλειστικά ανάλογη της μόρφωσης, της κοινωνικής θέσης, του τόπου διαβίωσης, του κοινωνικού περιβάλλοντος. Αντιθέτως, η ισότητα και ο αμοιβαίος σεβασμός στις ανθρώπινες σχέσεις ακμάζουν, όταν εκπορεύονται από βαθιά εσωτερική αυταξία και συνδυάζονται με καθημερινή και έμπρακτη εφαρμογή σε κάθε πτυχή του βίου χωρίς εξαιρέσεις. 

   Όλα τα ανωτέρω μαθήματα, τα οποία δυνητικά αποκομίζει η κοινωνία από την πανδημία, τις κρίσεις, τις συμφορές και τα προβλήματα, αν οι παρούσες σκέψεις ευσταθούν, πιθανόν να ωφελούσαν τις ριζοσπαστικές τάσεις μεταξύ των πολιτών και όχι εκείνες του συντηρητισμού. Πάρα ταύτα, κανένας σαφής κι εποικοδομητικός ριζοσπαστισμός δεν φαίνεται να καλλιεργείται ή ν’ αναδεικνύεται εντός της ελληνικής κοινωνίας. Εξ άλλου, τέτοιες τάσεις συχνά συνδέονται με έντονες συγκρούσεις, βιαστικές αλλαγές, γενικό κοινωνικό κυκεώνα και για πολλούς ανθρώπους ιδίως η εποχή της πανδημίας δεν είναι περίοδος για άλλες δοκιμασίες. Στο ίδιο πλαίσιο οι παραδοσιακές έννοιες που απαρτίζουν την ταξική πάλη φαίνεται να έχουν χάσει σημαντικό μερίδιο της κοινωνικής τους απήχησης, ενδεχομένως γιατί, μεταξύ άλλων αιτιών, επικρατούν το πνεύμα του άλογου υπερκαταναλωτισμού και της επίπλαστης ευμάρειας. Ωστόσο, ο Micah Whiteστο βιβλίο[1] του με τίτλο «ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ» ισχυρίζεται ότι «το τέλος της διαμαρτυρίας είναι η αρχή της πνευματικής επανάστασης μέσα μας, της πολιτικής επανάστασης στις κοινότητές μας και της κοινωνικής επανάστασης επάνω στον πλανήτη Γη». 

   Αν η θέση αυτή εκληφθεί ως προτροπή για μια ρηξικέλευθη εξέγερση, τότε η κοινωνία καλείται ν’ αντιδράσει στην παθητική ανοσοποίησή της έναντι κρίσεων, συμφορών, προβλημάτων και τη διαχείριση αυτών από τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Μέχρι ν’ αναδειχθεί ο κατάλληλος συνδυασμός της παραδοσιακής διαμαρτυρίας και της εσωτερικής πνευματικής επανάστασης, όπως την εκλαμβάνει ο ανωτέρω ακτιβιστής και συγγραφέας στο ως άνω αναφερόμενο βιβλίο του, με σκοπό μια εξέγερση που ανταποκρίνεται στον 21ο αιώνα, οι άνθρωποι και η κοινωνία μπορούν να χαράξουν το δικό τους δρόμο ατομικά και συλλογικά. Ίσως, το πρώτο βήμα είναι η αλλαγή στάσης απέναντι στα προβλήματα και η αλλαγή φιλοσοφίας ως προς το νόημα της ζωής. Προσωπική εκτίμηση αποτελεί η θέση, σύμφωνα με την οποία το δρόμο τον φτιάχνει ο καθ’ ένας αρχίζοντας να τον βαδίζει χωρίς ν’ ακολουθεί ήδη χαραγμένα μονοπάτια κι εκλαμβάνοντας ως καλοδεχούμενα τα εμπόδια. Αυτό το εγχείρημα απαιτεί ρήξη με ό,τι επιτάσσει κι επιβάλλει ο σύγχρονος τρόπος ζωής. 

   Χρειάζεται να κάνουμε λιγότερα πράγματα στην καθημερινότητα από πειθαναγκασμό και εξαναγκασμό. Ν’ αρνηθούμε τη σκλαβιά της αλόγιστης υλικής κατανάλωσης και υποταγής στον ψευδεπίγραφο δήθεν μοντέρνο τρόπο ζωής μέσω των ψηφιακών κοινωνικών δικτύων. Ν’ ανακαλύψουμε εκ νέου τη δημιουργικότητα που ενυπάρχει στις ανθρώπινες σχέσεις και τις κοινωνικές επαφές. Να μαχόμαστε ώστε αυτά που επιθυμούμε να μην χρειάζονται τη μεσολάβηση του χρήματος για να τα έχουμε και ν’ αποφεύγουμε την παγίδα του «ανικανοποίητου», που εξ ορισμού καλλιεργούν τα social media. Η στροφή στο μινιμαλισμό δεν είναι σύμπτωμα έλλειψης ή πενίας, αλλά στρατηγική ικανοποίησης από τα ουσιώδη πράγματα στη ζωή. Ο καπιταλισμός και ο νεοφιλελευθερισμός ευθύνονται που πολλοί άνθρωποι αισθάνονται την ανάγκη να πλουτίσουν για να είναι ευτυχισμένοι. Στην πραγματικότητα, η ζωή αποδεικνύει συχνότατα ότι ο νομιζόμενος ως τρόπος βιολογικής και ψυχολογικής ικανοποίησης πλούτος είναι η αρχή σοβαρών και αρκετών εμποδίων προς την ουσιαστική ικανοποίηση. Αντιθέτως, αρκετοί άνθρωποι μπορούν ν’ ανακαλύπτουν την ικανοποίηση στην προσπάθεια διαρκούς βελτίωσης. Χρειάζεται ν’ αντιληφθούμε το αγκάθι του χρόνου και της διαχείρισής του, για τον οποίο ουδείς και ουδέποτε μας δίδαξε ότι είναι από τα σημαντικότερα πράγματα που διαθέτουμε και δεν πρέπει να σπαταλάται σε πεζές ασχολίες του παρόντος ή διαρκείς σκέψεις για το μέλλον. 

   Όσοι προσπαθούν να έρθουν σε ρήξη με το σύγχρονο τρόπο ζωής ενδεχομένως αντιμετωπίσουν κάποια στιγμή την επιλογή της απομόνωσης. Αυτή η επιλογή μοιάζει ο εύκολος δρόμος. Η πρόκληση είναι να παλεύεις εντός των συνθηκών της ζωής να είσαι ανεξάρτητος. Σύμμαχοι είναι τα βιβλία, η μουσική, η έμπνευση που ενυπάρχει στην ουσιαστική επικοινωνία με τους ανθρώπους, η οποία δημιουργεί την αίσθηση πληρότητας. Το έσχατο καταφύγιο είναι η επιστροφή στις αξίες που συχνά υποτιμώνται ή σκοπίμως γελοιοποιούνται, την ελευθερία, την αγάπη, τη φιλοπατρία, την αλληλεγγύη. Οι διαχειριστές της εξουσίας έχουν αλλεργία σ’ αυτές τις αξίες, διότι απ’ αυτές κινδυνεύουν. Αν οι πολίτες είμαστε ικανοί να εφαρμόζουμε τέτοιες αξίες στον καθημερινό μας βίο, η κοινωνία αποκτά τη δύναμη να εξεγείρεται ενάντια σε κρίσεις, συμφορές, προβλήματα και τη διαχείρισή τους από τις κυβερνήσεις. Κι αυτές οι αξίες δεν είναι μόνο αντιστασιακές, πρωτίστως διαλύουν την κοινωνική ανοσία στην έλλειψη δημοκρατίας. 


[1] «Για το μέλλον της εξέγερσης», Micah White, μετάφραση: Θάνος Καραγιαννόπουλος, εκδ. Οξύ, 2017, σελ. 285.


Ο Φοίβος Γ. Ξενάκης είναι δικηγόρος

Διαβάστε περισσότερα:

To Newsletter του Propago

Λάβετε την ανάλυση της ημέρας στο email σας