Κύπρος – Εκλογές: Η πρόκληση της πράσινης και αειφόρου ανάπτυξης
Ο πρώτος ανεξάρτητος υποψήφιος Βουλευτής για τις Κυπριακές Εκλογές, Ανδρέας Χρίστου, για την πρόκληση της πράσινης ανάπτυξης

Έννοιες όπως αυτές της πράσινης ενέργειας και της αειφόρου ανάπτυξης φαντάζουν γενικές και μελλοντικές ή/και ουτοπικές. Ωστόσο, στην παγκόσμια πολιτική, κοινωνική και οικονομική σκηνή ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Η Ε.Ε. έχει στοχοθετήσει, το ίδιο και ο Ο.Η.Ε., σχετικά με την καταπολέμηση του φαινομένου του θερμοκηπίου, την βιώσιμη ανάπτυξη, την πράσινη καινοτομία και οικονομία και την θεσμοθέτηση κινήτρων για την ενίσχυση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Στόχους που προσπαθούν να εκπληρώσουν και τα εκάστοτε κράτη, αλλά σε μεγαλύτερο και άλλα σε μικρότερο βαθμό. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα κράτη που επένδυσαν νωρίς στην πράσινη ενέργεια, στην συστηματική αστική αποκέντρωση και στον εκσυγχρονισμό και αυστηρό έλεγχο των πρωτογενών παραγωγικών μονάδων, όχι μόνο δεν ολιγώρησαν σε σχέση με υπερδυνάμεις, πολλώ δε μάλλον κατάφεραν να καταστούν ενεργειακά ανεξάρτητα σε μεγάλο ποσοστό, να εξάγουν ενέργεια παραγμένη με  ανανεώσιμες μεθόδους παραγωγής της, να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής των πολιτών τους μέσω της οικονομικής ανάπτυξης που επιτεύχθηκε μέσω των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των υγιεινών διατροφικών προϊόντων που παρήγαγαν. 

Επιστέγασμα όλων των ανωτέρω αποτελεί η Συμφωνία του Παρισιού, η οποία αποτελεί την πρώτη διεθνής σύμβαση δεσμευτικού χαρακτήρα υπογεγραμμένη από 196 κράτη, και η οποία κάνει ξεκάθαρα λόγο για οικονομική και κοινωνική μετάλλαξη («economic and social transformation based on the best available science»). 

Μέρος αυτής της μετάλλαξης αποτελούν, αφενός η μετάβαση από την χρήση ορυκτών καυσίμων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η ανάδειξη της αξίας ασφαλών – βιολογικών γεωργικών προϊόντων μέσω επενδύσεων για την εφαρμογή καινοτόμου τεχνολογίας στον πρωτογενή τομέα.

Όσον αφορά το κεφάλαιο της πράσινης ενέργειας αυτή αφορά την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές όπως την εκμετάλλευση αιολικής ή ηλιακής ενέργειας ή βιομάζας ή βιοαερίου, την εκμετάλλευση της γεωθερμικής ενέργειας, την εκμετάλλευση της ενέργειας από την θάλασσα ή από την κατασκευή υδροηλεκτρικών φραγμάτων, την εκμετάλλευση υδάτινου δυναμικού με μικρούς υδροηλεκτρικούς σταθμούς μέχρι 10MW ή/και συνδυασμός των ανωτέρω. Κυριότερα πλεονεκτήματα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αποτελούν τα εξής αναφερόμενα: α) Είναι πρακτικά ανεξάντλητες πηγές και συμβάλλουν στη μείωση της εξάρτησης από συμβατικούς ενεργειακούς πόρους όπως είναι οι ορυκτοί πόροι τους οποίους και θα αναλύσουμε εν συντομία ευθύς κατωτέρω, β) Απαντούν στο ενεργειακό πρόβλημα για τη σταθεροποίηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και των υπόλοιπων αερίων του θερμοκηπίου. Επιπλέον, υποκαθιστώντας τους σταθμούς παραγωγής ενέργειας από συμβατικές πηγές, οδηγούν σε ελάττωση εκπομπών από άλλους ρυπαντές π.χ. οξείδια θείου και αζώτου που προκαλούν την όξινη βροχή, γ) Είναι εγχώριες πηγές ενέργειας και συνεισφέρουν στην ενίσχυση της ενεργειακής ανεξαρτησίας και της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού σε εθνικό επίπεδο, δ) Είναι διάσπαρτες γεωγραφικά και οδηγούν στην αποκέντρωση του ενεργειακού συστήματος, δίνοντας τη δυνατότητα κάλυψης των ενεργειακών αναγκών σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, ανακουφίζοντας έτσι τα συστήματα υποδομής και μειώνοντας τις απώλειες από τη μεταφορά ενέργειας, ε) προσφέρουν τη δυνατότητα ορθολογικής αξιοποίησης των ενεργειακών πόρων, καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα των ενεργειακών αναγκών των χρηστών (π.χ. ηλιακή ενέργεια για θερμότητα χαμηλών θερμοκρασιών, αιολική ενέργεια για ηλεκτροπαραγωγή), στ) Έχουν συνήθως χαμηλό λειτουργικό κόστος, που δεν επηρεάζεται από τις διακυμάνσεις της διεθνούς οικονομίας και ειδικότερα των τιμών των συμβατικών καυσίμων. Έχουμε καταστεί αρκετές φορές θιασώτες των διακυμάνσεων της τιμής του πετρελαίου επηρεαζόμενη από πολιτικές εξελίξεις ή/και τα τερτίπια των ολιγαρχιών της συγκεκριμένης αγοράς, ζ) Οι επενδύσεις των ΑΠΕ δημιουργούν σημαντικό αριθμό νέων θέσεων εργασίας, ιδιαίτερα σε τοπικό επίπεδο, η) Μπορούν να αποτελέσουν σε πολλές περιπτώσεις πυρήνα για την αναζωογόνηση οικονομικά και κοινωνικά υποβαθμισμένων περιοχών και πόλο για την τοπική ανάπτυξη, με την προώθηση ανάλογων επενδύσεων (π.χ. καλλιέργειες θερμοκηπίου με τη χρήση γεωθερμικής ενέργειας).

Εξάλλου, η ενεργειακή πολιτική της Ε.Ε. έχει εστιάσει στη μείωση της ενεργειακής της εξάρτησης από εισαγωγές ενεργειακών πόρων. Σύμφωνα με δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου: «Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ στον τομέα της ενέργειας περιλαμβάνουν ζητήματα όπως η αυξανόμενη εξάρτηση από τις εισαγωγές ενεργειακών πόρων, η περιορισμένη διαφοροποίηση, οι υψηλές και ασταθείς τιμές της ενέργειας, η διογκούμενη παγκόσμια ενεργειακή ζήτηση, οι κίνδυνοι ασφάλειας για τις χώρες παραγωγής και διαμετακόμισης, οι αυξανόμενες απειλές της κλιματικής αλλαγής, η απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές, η βραδεία πρόοδος στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, οι προκλήσεις που συνεπάγεται η αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καθώς και η ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια, περαιτέρω ολοκλήρωση και διασύνδεση στις αγορές ενέργειας. Στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής βρίσκονται ποικίλα μέτρα που αποσκοπούν στην επίτευξη μιας ολοκληρωμένης αγοράς ενέργειας, στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού και στη βιωσιμότητα του τομέα της ενέργειας». Η Ευρωπαϊκή Ένωση ως φαίνεται, έχει επικεντρωθεί στο στόχο ανάδειξης της ως νέας ηγέτιδας εξαγωγών στον τομέα της ενέργειας (εξωτερική ενεργειακή πολιτική – άρθρα 216 – 218 ΣΛΕΕ), γνωρίζοντας ότι η παραγόμενη από ορυκτά καύσιμα ενέργεια έχει ημερομηνία λήξης λόγο της εξάντλησης των τελευταίων. Παράλληλα η Ε.Ε., σύμφωνα με την αρχή της ασφάλειας εφοδιασμού (άρθρο 122 ΣΛΕΕ) επιδιώκει να εξασφαλίσει την ενεργειακή ανεξαρτησία των κρατών – μελών της και προσιτές τιμές ενέργειας για τους πολίτες της (Εσωτερική αγορά ενέργειας – άρθρο 114 ΣΛΕΕ,  κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας). Στη βάση των ανωτέρω, η στόχευση της Ε.Ε., η οποία παρεμπιπτόντως θέτει το γενικό πλαίσιο αφήνοντας στα κράτη – μέλη να σχεδιάσουν πάνω στο πλαίσιο αυτό την εθνική ενεργειακή πολιτική τους, είναι η εξής: «απαλλαγή της οικονομίας από τις ανθρακούχες εκπομπές και τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών σύμφωνα με τη συμφωνία του Παρισιού και προώθηση της έρευνας σε τεχνολογίες χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών και καθαρές μορφές ενέργειας, και την ιεράρχηση της έρευνας και της καινοτομίας για την προώθηση της ενεργειακής μετάβασης και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας». Το στατιστικό στοιχείο πάνω στο οποίο πρέπει να εργασθεί η Κυπριακή Δημοκρατία, έγκειται στο ότι έως το 2030 η Ε.Ε. έχει στοχεύσει στην αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ενεργειακή κατανάλωση σε 32%, με το ποσοστό αυτό να φτάνει έως το 2050 στο 75%. Διαπιστώνεται η εγκαθίδρυση μιας νέας, ανεξάντλητης οικονομικής αγοράς, στην οποία η Κύπρος πρέπει να επιδιώξει να διαδραματίσει κομβικό ρόλο λόγο ένεκα και της γεωστρατηγικής της θέσης, η οποία θα βοηθήσει στο πρόγραμμα εξαγωγών ενέργειας από ΑΠΕ, που παράχθηκε στα κράτη – μέλη της Ε.Ε. Με άλλα λόγια να καταστεί η Κύπρος πράσινος και καθαρός ενεργειακός κόμβος.   

Χώρες με λιγότερο γεωστρατηγική θέση σχέση με την Κύπρο, όπως το Λουξεμβούργο, η Λετονία, το Μαυροβούνιο παράγουν πολύ περισσότερη ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Σύμφωνα με έρευνα του Κυπριακού πρακτορείου ενέργειας, η οποία διεξήχθη το 2019 (Renewable Energy Statistics IRENA), η Κύπρος για το έτος 2018 παρήγαγε 280 Megawatt ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές την ίδια ώρα που η Λετονία παρήγαγε 1,797 Megawatt. 

Στο πλαίσιο όλων των ανωτέρω, οφείλουμε, αρχικά, να επαναπροσδιορίσουμε την στόχευση του δημόσιου διαλόγου ως προς την χρήση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης που ανήκει στην κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι λανθασμένη η μινιμαλιστική προσέγγιση της μονάχα ως πηγή εξόρυξης ορυκτού πλούτου (γαιάνθρακες, πετρέλαιο, φυσικό αέριο). Ως ΑΟΖ, λοιπόν, θεωρείται η θαλάσσια έκταση εντός της οποίας ένα κράτος έχει δικαίωμα έρευνας ή άλλης εκμετάλλευσης των θαλασσίων πόρων, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής ενέργειας από το νερό και τον άνεμο. Κάλλιστα λοιπόν θα μπορούσαμε να θέσουμε επί τάπητος την ευκαιρία κατασκευής αιολικών πάρκων στη θαλάσσια περιοχή της κυπριακής ΑΟΖ, είτε με συνδρομή του ιδιωτικού τομέα είτε όχι, και είναι κρίμα που κάτι τέτοιο ακόμα δεν έχει εγερθεί από τον οιονδήποτε.

Να πω στη σημείο αυτό ότι για οποιαδήποτε δράση κατασκευής και λειτουργίας πάρκων παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, είτε στη στεριά, είτε στη θάλασσα, είναι αναγκαία η εκπόνηση εμπεριστατωμένης μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων προκειμένου να διασφαλίσουμε την τήρηση της αναλογικότητας αναφορικά με την προστασία του περιβάλλοντος και άλλων κείμενων πλουτοπαραγωγικών πηγών (αποθεματικά ιχθύων). Εξ’ αυτού του λόγου διάκειμαι κατά τις παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας, μέσω δηλαδή κατασκευής υδροηλεκτρικών φραγμάτων. Έχει διαπιστωθεί ότι τέτοιες κατασκευές έχουν δυσανάλογα αποτελέσματα και επιφέρουν σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στα τοπικά οικοσυστήματα, αποτελώντας ρυπογόνο πηγή ενέργειας.  

Ως εκ τούτων η νέα Κυπριακή Βουλή να αξιολογήσει την υλοποίηση ή μη των στόχων που έχουν τεθεί από την εκτελεστική εξουσία αλλά και να επανεξετάσει το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, ήτοι τον Νόμο που προνοεί για την προώθηση και ενθάρρυνση της χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, N112(Ι)/2013 ως προς την λειτουργικότητα και αποδοτικότητα του και εάν χρειάζεται να επέλθουν οι κατάλληλες τροποποιήσεις μέσω της ορθής διαβούλευσης προκειμένου να φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, οικονομικά και κοινωνικά. Παράλληλα, η παροχή κινήτρων στους πολίτες για οικιακή χρήση ενέργειας παραχθείσας από ανανεώσιμες πηγές θα συμβάλλει εν μέρει στην αξιοποίηση των επενδύσεων αυτών. Παραδείγματος χάριν, παροχή φθηνότερης ή/και επιδοτούμενης ιδιοκατοίκησης σε όσες νεόκτιστες οικίες τροφοδοτούνται ενεργειακά από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και σχετική φοροελάφρυνση των υφιστάμενων κατοικιών που μετατρέπονται, με πρωτοβουλία των ιδιοκτητών τους σε φιλικές προς το περιβάλλον.

Σημαντικό κομμάτι του κύκλου εργασιών που ανωτέρω εκτέθηκε, αποτελεί και ο πρωτογενής πλουτοπαραγωγικός τομέας, όπως η γεωργία, η κτηνοτροφία κ.α. Και ενώ υπάρχει η παγκόσμια τάση του «food and diet awareness», δηλαδή «να γνωρίζουμε τι τρώμε και να τρώμε υγιεινά», η κυπριακή ύπαιθρος συνεχίζει να παραμένει παραμελημένη. Η κυπριακή ύπαιθρος με την τεράστια παράδοση και συμβολή στη μεσογειακή διατροφή. Πρέπει να εργαστούμε προς την κατεύθυνση επανασύνδεσης των χωριών της Κύπρου με την νεολαία, κίνητρα αποκέντρωσης, την καινοτομία/νέες τεχνολογίες. Αυτό θα επιτευχθεί με τους εξής τρόπους: α) επιχορήγηση επενδύσεων κατασκευής ηλιακών πάρκων για συγκομιδή ηλιακής ενέργειας και σύνδεσης αυτών των φωτοβολταϊκών πάρκων με την ΑΗΚ προκειμένου οι ιδιώτες να πωλούν την παραχθείσα ενέργεια απευθείας στην ΑΗΚ. Έτσι, δημιουργούνται άμεσα νέες θέσεις εργασίας, β) Τροφοδότηση κάθε νέας επιχείρησης στις επαρχίες με ενέργεια παραχθείσα από ανανεώσιμες πηγές προκειμένου αφενός να συνάδει με τα ευρωπαϊκά πρότυπα (έτσι θα αποκτά και ο κύπριος επιχειρηματίας προτεραιότητα σε εκδιδόμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση κονδύλια) και αφετέρου να απολαμβάνει φιλική ενεργειακή τιμολόγηση, γ) Συνεχής διεξαγωγή επιμορφωτικών σεμιναρίων στα κατά τόπους χωριά προς εξοικείωση των επαγγελματιών με τις νέες τεχνολογίες και καινοτομίες εισαχθείσες στον πρωτογενή τομέα. Παραδείγματος χάριν, μια μονάδα παραγωγής οπωρολαχανικών ή πουλερικών που χρησιμοποιεί σύγχρονες και φιλικές προς τον τελικό καταναλωτή μεθόδους, θα αυξήσει την παραγωγή της, θα βελτιώσει την ποιότητα των προϊόντων της και επομένως θα καταστεί ανταγωνιστική σε διεθνές επίπεδο συμβάλλοντας έτσι και στην αύξηση του ΑΕΠ της χώρας, δ) επιδότηση των επαγγελματιών για αγορά νέων γεωργικών μηχανημάτων ή/και κατασκευή νέων εγκαταστάσεων. 

Στο σημείο αυτό θέλω να τονίσω την ετεροβαρή στόχευση του Στεγαστικού Σχεδίου Αναζωογόνησης Ορεινών, Ακριτικών και Μειονεκτικών Περιοχών  2021, το οποίο προωθείτε από το Υπουργείο Εσωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Κατά την γνώμη μου είναι παράλογο να μιλάμε για Αναζωογόνηση των περιοχών αυτών προσφέροντας στους ενδιαφερόμενους λύσεις μόνο για το κομμάτι της στέγασης τους. Ένας νέος ή μια νέα ή ένα ζευγάρι με τέκνα προκειμένου να εγκατασταθεί σε ένα τόπο θα κοιτάξει την συνολική εξασφάλιση του, δηλαδή και τον τρόπο βιοπορισμού του. Τι γίνεται εάν έχω κάπου να μείνω μεν, αλλά δεν έχω εργασία για να εξασφαλίσω τα προς το ζην και να συντηρήσω την επιδοτημένη οικία μου; Οφείλουμε να εργαστούμε προς τη δημιουργία οικονομικο – επιχειρηματικών ευκαιριών στις περιοχές αυτές. 

Τέλος, επενδύοντας στο δίκτυο παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, θα μπορέσουμε να αυξήσουμε τους ρευματοδότες φόρτισης ηλεκτρικών αυτοκινήτων εντός και εκτός των πόλεων. Γεγονός που θα βοηθήσει την χώρα μας να ευθυγραμμιστεί πολύ πιο εύκολα με τις Ευρωπαϊκές προβλέψεις για εντατική ενσωμάτωση της χρήσης ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων στην καθημερινότητα μας από το 2023 και έπειτα. Επιπροσθέτως, παράγοντας αρκετή ηλεκτρική ενέργεια από τις ΑΠΕ, θα υπάρχει η δυνατότητα εξαγωγής της σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ίσως να μην έχουν επαρκή παρόμοια αποθέματα ή εγκαταστάσεις για να ενταχθούν ομαλά στην εισαγωγή της χρήσης ηλεκτροκίνητων μέσων μεταφοράς. Έτσι θα δημιουργηθεί μια νέα πηγή εσόδων για την Κύπρο.

Η Κύπρος, δυστυχώς, έχασε την Γ’ Βιομηχανική Επανάσταση. Δεν πρέπει να χάσει και την Δ’, αφορώσα την ψηφιακή μεταρρύθμιση και την πράσινη και αειφόρο ανάπτυξη, προς τους σκοπούς της οποίας πρέπει να εργασθεί άοκνα με εκπόνηση στρατηγικού εθνικού σχεδίου. Εξαίρετης σημαντικότητας για ένα νησιωτικό κράτος να κερδίσει την αυτονομία του όσον αφορά την ενεργειακή τροφοδότηση του.


Ο Ανδρέας Χρίστου είναι δικηγόρος και ο πρώτος ανεξάρτητος υποψήφιος Βουλευτής για τις Κυπριακές Εκλογές

To Newsletter του Propago

Λάβετε την ανάλυση της ημέρας στο email σας