Δημήτρης Ιατρόπουλος: Μια ζωή ποίηση

Το νέο βιβλίο του Δημήτρη Ιατρόπουλου, “Μια ζωή Ποίηση – Βιβλίο Πρώτο”, είναι το πρώτο μιας σειράς αφιερωμάτων στο διαχρονικά αναγνωρισμένο έργο του.

Ο Αντιπρόεδρος της Βουλής Νικήτας Κακλαμάνης έστειλε μια συγκινητική χαιρετιστήρια επιστολή στην παρουσίαση του βιβλίου.

Ο Νικήτας Κακλαμάνης για τον Δημήτρη Ιατρόπουλο


Απόψε σ’αυτό το όμορφο αντάμωμα, βρισκόμαστε εδώ μαζί για να καλωσορίσουμε τη δίτομη ανθολογία ποιημάτων του φίλου μας, του Δημήτρη Ιατρόπουλου.
Για εμένα η αποψινή βραδιά είναι απλώς η αφορμή για να “γιορτάσουμε” τον ίδιο και την πολυετή παρουσία του στα ελληνικά γράμματα.
Μια παρουσία ιδιαίτερη, ανατρεπτική και αιρετική μα πάνω απ’όλα πιστή σ’αυτό που έλεγε ο Μπωντλαίρ: “να είσαι πάντα ποιητής, ακόμα και στον πεζό λόγο”…
Ακόμα και στην πεζή πραγματικότητα, θα πρόσθετα εγώ.
Γιατί προσωπικά πιστεύω πως ο Δημήτρης ήταν και παραμένει επί τόσες δεκαετίες ένας ποιητής της ίδιας της ζωής.
Γιατί έζησε με πάθος “αυτός κι ο ουρανός του, σαν σύνολο ένα”, όπως έγραψε κι ο ίδιος.
Βαθιά πλούσιος σε στιγμές, σε εμπειρίες και συγκινήσεις.

Σε δημιουργικά και προσωπικά σταυροδρόμια, όπου συναντήθηκε με εμβληματικές μορφές της Τέχνης, της διανόησης και κυρίως της καθημερινής ζωής.
Γιατί ο αληθινός ποιητής ξέρει να αντλεί την αλήθεια της ζωής από κάθε πολύτιμη πηγή: απ’τα μικρά και τα μεγάλα… απ’την κραυγή και απ’το γέλιο… απ’τον άγιο κι απ’τον αμαρτωλό…
Ομως χωρίς ετικέτες, χωρίς καμιά διάθεση ταξινόμησης ή κριτικής.
Ο Δημήτρης Ιατρόπουλος είναι ο “ξεναγός” της ζωής που απλά συμβαίνει.
Χωρίς να ερμηνεύει ή να εξηγεί, παραθέτει ποιητικά το αίτιο και το αιτιατό, αφήνοντας στον αναγνώστη τον προβληματισμό για το “ποιος άλλος φταίει για τα σφάλματα της αυγής, παρά η νύχτα που πέρασε;”
Η ποίηση του Δημήτρη στηρίζεται σε δυο αντίρροπες δυνάμεις.
Από τη μια πλευρά στέκεται η αμφισβήτηση και η πιεστική ανάγκη “να αποβάλλεις χιλιάδες τόνους λεκτικών μεταλλευμάτων για μια και μόνη λέξη”, όπως έλεγε ο Μαγιακόφσκυ.
Είναι μια ιδιότυπη μορφή αντίστασης σε ό,τι μας ισοπεδώνει, μας πληγώνει ή μας μικραίνει. Μέσα από αυτό το πρίσμα ο Δημήτρης έκανε την ποίησή του φράγμα στη φτήνια και τη μικρότητα μιας σκοτεινής εποχής.
Στα πεζοδρόμια, στις πλατείες και στις μπουάτ.


Ετσι αισθάνομαι εγώ έστω, διαβάζοντας το περίφημο “Πωλείται”…
“Κι εγώ τα πούλησα όλα, Κύριε
Τα δάκρυά μου στην απαντοχή
τη μορφή μου στο χρόνο και ξανάρθα.
Ολα τα πούλησα
εκτός από τις αναμνήσεις και τα σύννεφα”…
Για να καταλήξει πιο κάτω: “Καλέ μου άνθρωπε, τι μένει να πουλήσουμε πια;”
Σκέψεις και λέξεις όχι απλά επίκαιρες, αλλά ανεξίτηλες διαχρονικά…
Αν “η ποίηση φτιάχτηκε για να διορθώνει τα λάθη του Θεού”, όπως έγραφε ο Ελύτης, τότε ο ποιητής μέσα από το ανέφικτο βάλθηκε να διορθώσει τη δική μας εσφαλμένη αντίληψη για τον Θεό.
Με μια βαθιά πίστη στον Ανθρωπο αλλά και με αποστροφή για τις πράξεις του, ο Δημήτρης Ιατρόπουλος ακροβατεί ανάμεσα σε ελπίδες και αδιέξοδα, αφήνοντας στον αναγνώστη το περιθώριο για έναν γόνιμο, πλούσιο προβληματισμό.
Δεν καθοδηγεί, δεν επιβάλλει, δεν υποδεικνύει. Απλώς ρίχνει τον σπόρο της αμφισβήτησης και περιμένει υπομονετικά να καρπίσει στο κοινό του.

Στον αντίποδα αυτής της δύναμης βρίσκεται η επιτακτική ανάγκη για τρυφερότητα.
Ο λυρισμός που συχνά διαρρέει το έργο του Δημήτρη δεν είναι τίποτε άλλο από μια ατέρμονη προσπάθεια επιστροφής στην αθωότητα.
Μέσα από ένα “κέλυφος ολόγιομο στεναγμούς”, όπως ο ίδιος γράφει, μέσα από ένα σκληρό περίβλημα κατ’εμέ, ξεπροβάλλει μια τρυφερή, παιδική ψυχή και ένα δειλό αίτημα επαναπροσδιορισμού τής χαμένης αθωότητας…
Είναι στην ουσία αυτό που γράφει, το “σα μικρό, φοβισμένο
παιδί, ξαναγύρισε στα τοπία του ενστίκτου, μέσα στα όρια μιας απόπειρας και μιας ακούσιας γενναιότητας”…
Γιατί θέλει γενναιότητα για να επιστρέψεις στις ουσιαστικές αλήθειες της ζωής.
Θέλει τόλμη να αναζητήσεις αυτά που παράτησες στα μισά του δρόμου σου.
Θέλει θάρρος να αναμετρηθείς με τον εαυτό σου, τα λάθη και τις ματαιώσεις.
Θέλει δύναμη να παραδεχτείς ότι…
“στ’αλήθεια λοιπόν, ζούμε γυρεύοντας και γυρεύουμε
για να ζήσουμε.
Μια βόλτα όλη κι όλη γύρω-γύρω
από το Μέγα Τίποτε…”


Μπορεί για κάποιους αυτοί οι στίχοι να φαντάζουν βαθιά πεσιμιστικοί, όμως η αλήθεια για μένα κρύβεται αλλού.
Μέσα από τέτοιους -έντονα φορτισμένους- συλλογισμούς, ο Δημήτρης επιδίδεται σε μια ακάματη προσπάθεια υπενθύμισης της ασημαντότητας του “γίγνεσθαι” μπροστά στην πολυτιμότητα του “είναι” μας.
Με άλλα λόγια, υπερτονίζοντας την εξ ορισμού προδιαγεγραμμένη πορεία της ζωής, προτρέπει αβίαστα τον καθένα από εμάς να ελευθερώσει το νου και την καρδιά του, διαγράφοντας έτσι τη δική του ανεπανάληπτη τροχιά σ’αυτήν την πλάση.
Και για άλλη μια φορά το κατορθώνει, χωρίς να χειραγωγεί.
“Ξέρουμε ότι πεθαίνουμε. Να πεθαίνουμε, ξέρουμε;” γράφει ο ποιητής. Πιστεύω πως ανάμεσά μας δεν υπάρχει ούτε ένας που δεν αντικαθιστά αυτομάτως το “πεθαίνουμε” με το ρήμα “ζούμε”.
Ο Δημήτρης μέσα από τη μοναδική βεβαιότητα της ζωής (που είναι ο θάνατος) επιχειρεί να αφυπνίσει και ει δυνατόν να ζωντανέψει τις καρδιές και τα όνειρά μας. Και το πετυχαίνει με τον πιο ανορθόδοξο τρόπο.

Αυτό και μόνο καθιστά την ποίησή του μοναδική και ανεπανάληπτη.
“Σαν πρόκες καρφώνει τις λέξεις, να μην τις παίρνει ο άνεμος”, όπως έλεγε ο Αναγνωστάκης.
Οχι για να προκαλέσει.
Οχι για να τραβήξει τα βλέμματα.
Παρά μόνο για να στέκεται εκεί δίπλα μας, σαν μια φωνή συνείδησης, υπενθυμίζοντάς μας όλα όσα χρωστάμε στον εαυτό μας.
Τα “σ’αγαπώ” που δεν είπαμε. Τα “καλοκαίρια” που δε ζήσαμε και τους “χειμώνες” που υποστήκαμε. Τα μεγάλα “ναι” και τα μεγάλα “όχι” μας. Τις μάχες, τις νίκες και τις ήττες. Τις μεγάλες στιγμές και τις ντροπές μας.
Ολα όσα μας καθόρισαν, μας πλήγωσαν, μας έπλασαν.
Οσα απαρνηθήκαμε και όσα δεχτήκαμε.
Και ακόμα παραπέρα, όσα ακόμα μας εμπνέουν και θέλουμε να τα παλέψουμε.
Γι’αυτά ακριβώς και για πολλά περισσότερα, ο ποιητής θα είναι εκεί και δε θα πάψει να μας τα υπενθυμίζει.

Για μένα όλα αυτά βρίσκονται πίσω από τις γραμμές ενός μοναδικού ποιήματος του Δημήτρη, με το οποίο θα κλείσω απόψε:
“Είναι οι άνθρωποι
που γεμίζουν τον κύκλο του κενού γύρω σου. Είναι τα όνειρα εκείνα
που δεν φιλοξενήθηκαν ακόμα
σε κανένα υποσυνείδητο,
τρέχουνε αλαλάζοντα και μοναχά τους
από πεδιάδα σε πεδιάδα
στα ουράνια περιβόλια.
Είναι οι ώρες που δεν μετρήθηκαν,
τα νερά που αιώνες περιμένουν να κυλήσουν κι οι πέτρες αυτές
που δεν τις ονομάσαμε ερείπια
απλές, κοινές, πολύτιμες, πολυάριθμες… Μέσα μου και μέσα σου…”
Σας ευχαριστώ όλους και κυρίως τον Δημήτρη, στον οποίο εύχομαι κάθε επιτυχία.

Ο λόγος έκδοσης του έργου

Του Δημήτρη Ζώτου Διευθύνοντος Συμβούλου

Οι Εκδόσεις ΝΕΑ ΔΙΑΣΤΑΣΗ, έχοντας πλήρη επίγνωση της προσφοράς, μέσα από το σύνολο του ποιητικού του έργου, του κορυφαίου στοχαστή-Ποιητή της Τρίτης Μεταπολεμικής Γενιάς, (του ́70), γνωστής και ως «Γενιάς της Αμφισβήτησης», στο σύγχρονο αναγνωστικό κοινό της πατρίδας μας και όχι μόνο, (αφού ταυτόχρονα ξεκινούν οι μεταφράσεις και οι κατάλληλες διαδικασίες της προβολής του έργου, στα διεθνή πανεπιστήμια, και στα παγκόσμια λογοτεχνικά φόρα), νιώθουν πως προχωρούν σε ένα σημαντικό βήμα ως προς την οριστική, ακριβή και αποδεικτικά δεοντολογημένη διαπίστευση της πρωτοποριακής θέσης του Δημήτρη Ιατρόπουλου στην ιστορία της νεότερης ελληνικής ποίησης.
Κάτι που το χρωστάμε, όλες και όλοι όσοι ερευνούμε, μετέχουμε και ενεργούμε στον σύγχρονο ελληνικό λογοτεχνικό χώρο, τόσο στις νεότερες γενιές όσο και στις επόμενες, στο όνομα πάντοτε της ιστορικής αλήθειας.
«Μια ζωή Ποίηση» λοιπόν, σε «Βιβλία», (όπως το ζήτησε ο ίδιος) και το Πρώτο είναι αυτό που τώρα κρατάτε στα χέρια σας και ξεκινά από την παιδική κιόλας ηλικία του Δημήτρη Ιατρόπουλου, (που επισήμως θεωρείται ανθολογητέος από τα 12 χρόνια του…) και καταλήγει στο κλείσιμο της πρώτης 35ετίας του έργου του, το 1992.
Οι σύντομοι προλογισμοί του Ποιητή πριν από κάθε φάση και διαδρομή του, παρακολουθούν την ποιητική εξέλιξη του, περνώντας μέσα απ’ τα παγκόσμια Αμφισβητησιακά ποιητικά δρώμενα που ο ίδιος πρώτος μετέφερε και
καθιέρωσε και στην πατρίδα μας, ως ο πρωτοπόρος θεωρητικός απολογητής της γενιάς του.
Από τα σκληρά χρόνια της δικτατορίας στο περίφημο κίνημα των Μπουάτ, και από εκεί, στον ιστορικό Μάη του ’68 και στο «Beat Generation» στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο Ιατρόπουλος (γνωστός ήδη από τις 4 πρώτες συλλογές του από το 1963,1966,1967και 1969) κάλεσε και προσκάλεσε στις αρχές της δεκαετίας του ’70 τους ομότεχνούς του, να συμπαραταχθούν για να αλλάξουν το ποιητικό κλίμα στην Ελλάδα.
Και το κατάφερε, με την έκδοση της κλασικής πλέον «Ποιητικής Αντι-Ανθολογίας» του, (1971) που λειτούργησε, ως ένας οριακός σταθμός για τη νεότερη ποίηση στον τόπο μας.


Όμως η εκρηκτική του προσωπικότητα, όπως αυτή αναπτύχθηκε και στους παράλληλους χώρους της μαχόμενης δημοσιογραφίας και του ποιοτικού τραγουδιού, (δυό επίσης κορυφαίες διαδρομές του, στην ομόλογη ιστορία της νεότερης χρονογραφίας αλλά και του έντεχνου ελληνικού τραγουδιού), προκάλεσε με την «ασύμμετρη» επιθετικότητα του το εκάστοτε κατεστημένο όπου αυτό κι αν εκφραζόταν στον κοινωνικό ιστό της χώρας.
Και μάλιστα για πολλές δεκαετίες, ο Ποιητής επιτέθηκε (και επιτίθεται) από κάθε Δημόσιο Βήμα, αμείλικτα, στο συστημικό «Corpus» του τόπου, με αποτέλεσμα να κατακτήσει μια μεγάλη δημοφιλία και αναγνωρισιμότητα που το ίδιο αυτό κατεστημένο δεν του συγχώρησε ποτέ.
Το έργο του για πολλά χρόνια αποσιωπήθηκε, ο ίδιος συκοφαντήθηκε, (μέχρι και fake «επιστολή» του προς την… χούντα, κατασκεύασαν κατά την διάρκεια της δικτατορίας και πλασάρισαν για χρόνια, στα διάφορα «μέσα» τους), ενώ το ίδιο το σινάφι των διευθυντηρίων και των ομάδων της υποτιθέμενης «πνευματικής ελίτ», έκανε ότι μπορούσε να τον διαβάλει στο κοινό και να τον απομονώσει.

Εις μάτην όμως, διότι η αγάπη του κόσμου προς το πρόσωπό του, (που παραμένει αλώβητη ως τις μέρες μας) η χαλκέντερη ιδιοσυγκρασία του και κυρίως το ίδιο το έργο του, σε όλους τους χώρους της γραφής, δεν επέτρεψαν ευτυχώς, να φαλκιδευτεί η Ιστορία ως προς την αποδεδειγμένα πλέον, τόσο σημαντική προσφορά του.
Αυτό το έργο σας παρουσιάζουμε σήμερα, με επίγνωση της ευθύνης της ιστορικής αποκατάστασης αλλά και της τιμής που μας έκανε ο Ποιητής και μας το εμπιστεύτηκε.
Καλή σας ανάγνωση λοιπόν, προσδοκώντας και ευχόμενοι, να έχετε κι εσείς σε κάθε σελίδα που διαβάζετε, (με τον ιδιαίτερο μάλιστα τρόπο πού θέλησε να εκτυπωθεί το έργο του, όπως θα δείτε, ο Ποιητής) την αίσθηση ότι μετέχετε σε μια πραγματικά ιστορική αναγνωστική εμπειρία, της οποίας το πνευματικό αποτύπωμα θα διατρέξει και τον παρόντα και τον μέλλοντα ιστορικό χρόνο.

Τι αναφέρει ο ποιητής για το βιβλίο

Αγαπημένες μου, Αγαπημένοι μου..
Βρήκα το Καλό, όπου μπόρεσα.
Με βρήκε το Κακό, όπου μπόρεσε. Όλα συμβαίνουν σύμφωνα με το Σχέδιο. Ίδια γίνεται και με τους Εκτός Σχεδίου.
Τότε, είπα κάποια στιγμή,
έτσι όπως μέσα απ’ τα χέρια μου τσουλάνε τα χρόνια μου
σαν αγριοπερίστερα,
που τα λευτερώνω ένα-ένα και τα φυσάω να ψηλοπετάξουν,
να μαζέψω την πραμάτεια μου, για να την έχετε..


O Δημήτρης Ιατρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα. Ταξίδεψε με ωτοστόπ στην Ευρώπη της δεκαετίας του ΄60. Σπούδασε μέσα κι έξω. Ποιητής των μπουάτ και του Κινήματος της Αμφισβήτησης. Ωδοποιός, δοκιμιογράφος, χρονογράφος, σχολιαστής, πνευματικός ακτιβιστής. Ζει αποκεντρωμένος στα Καλύβια του αρχαίου Θορικού με την σύντροφό του ζωγράφο Κατερίνα Καραγιάννη.

Διαβάστε περισσότερα:

To Newsletter του Propago

Λάβετε την ανάλυση της ημέρας στο email σας